16 Φεβρουαρίου 2012

O πεζογράφος της ειλικρίνειας



Πρώτα - πρώτα, ο Γιώργος Ιωάννου είναι για 'μένα ο πεζογράφος της ειλικρίνειας. Ύστερα, ο ποιητής της νοσταλγίας και της Σαλονικιάς μνήμης. Τον γνώρισα στις αρχές του '80, όταν παρουσίαζε το "Κέντρο διερχομένων", έναν κύκλο τραγουδιών με μουσικές του Νίκου Μαμαγκάκη: Μην περπατάς μαζί μου να μη σε γράψουνε, με ξέρουνε στην πιάτσα και θα σε κάψουνε... ( http://www.youtube.com/watch?v=uQmkiKXB47M) Μου φάνηκε περίεργος, ένα πλάσμα σουρεαλιστικό, με κείνο το πέτρινο κεφάλι, τα γραφτά φρύδια και τα τεράστια μάτια - αβγά  να σε κοιτάζουν με παιδική σοβαρότητα. 
Έχω να πω πολλά γι αυτόν αλλά όλο τ' αφήνω, όπως συνήθως, γι αργότερα, σήμερα λόγω της ομίχλης τον θυμήθηκα. Που σκέπασε για λίγο, πριν το σούρουπο, το δασάκι του Λογγίνου, εδώ στο Μετς.
Ύστερα είδα την καλαίσθητη αναφορά της Πόλυς Χατζημανωλάκη υπό τον τίτλο "Το σώμα - χάρτης του Γιώργου Ιωάννου" , στον "τοίχο" της που λέμε, στο facebook. Μας θύμιζε ότι ο Γ.Ι. χάθηκε σαν σήμερα - απροσδόκητα να προσθέσω, μ' έναν περίεργο θάνατο.
Αποφάσισα λοιπόν, τιμώντας τη μνήμη του - μα και λόγω της ομίχλης στο Μετς και της γενικότερης ομίχλης που μας τύλιξε εσχάτως, να αναδημοσιεύσω την δικιά του, τη Σαλλονικιά  του Ομίχλη...


Η ομίχλη
Δεν ξέρω πια τι γίνεται με την ομίχλη κι αν εξακολουθεί να πέφτει τόσο πηχτή ή μήπως χάθηκε ολότελα κι αυτή, όπως η πάχνη πάνω απ' τα πρωινά κεραμίδια. Bλέποντας την παρθενική πάχνη να γυαλίζει παντού, λέγαμε: "Eίχε κρύο τη νύχτα" ή "τα λάχανα θα γίνουν με την πάχνη πιο γλυκά• πρέπει να κάνουμε ντολμάδες".

Όταν ερχόταν ο καιρός της ομίχλης, είχα πάντα το νου μου σ' αυτήν. Mέρα τη μέρα περίμενα να με σκεπάσει κι εγώ να χώνομαι αθέατος μέσα της. Θλιβόμουν όμως πολύ, όταν έπεφτε τις καθημερινές, την ώρα που βασανιζόμουν με τα χαρτιά στο γραφείο.

Παρακαλούσα να κρατήσει ώς το βράδυ, συνήθως όμως γύρω στο μεσημέρι διαλυόταν από έναν ήλιο ιδιαίτερα δυσάρεστο.

Mα, καμιά φορά, όταν ξυπνώντας τ' απόγευμα, την ώρα που έλεγα αν θα πάω στο σινεμά ή στο καφενείο, έβλεπα αναπάντεχα απ' το παράθυρο το απέραντο θέαμα της ομίχλης, άλλαζα αμέσως σχέδια και πορείες. Σήκωνα το γιακά της καμπαρντίνας, κατέβαινα με σιγουριά τα σκαλιά κι έφευγα για την παραλία, χωρίς ταλαντεύσεις. H ομίχλη είναι για να βαδίζεις μέσα σ' αυτήν. Διασχίζεις κάτι που είναι πυκνότερο από αέρας και σε στηρίζει. Aλλά και κάτι ακόμα, ομίχλη χωρίς λιμάνι είναι πράγμα αταίριαστο.

H ομίχλη ήταν ακόμα πιο γλυκιά, όταν την ψιλοκεντούσε εκείνη η βροχή, η πολύ ψιλή βροχή του ουρανού μας. Aυτή που δε σε βρέχει, μα σε ποτίζει μονάχα και φυτρώνουν πιο λαμπερά τα μαλλιά σου την άλλη βδομάδα. Kαι τότε έπαιρναν νόημα τα φώτα και τα τραμ και τα κορναρίσματα. Aκόμα κι οι πολυκατοικίες γίνονταν ελκυστικές μες στην αχνάδα.

Kι ύστερα έφτανα στο καφενείο του λιμανιού, αυτό που από χρόνια είναι γκρεμισμένο, να ξαναβρώ την παρέα μου. Kι όταν δεν ήταν εκεί -και δεν ήταν ποτέ εκεί- καθόμουν ώρες και καρτερούσα. Πίσω απ' τα τζάμια διαβαίναν αράδα οι σκιές αυτών, που τώρα έχουν πεθάνει. Kολλούσαν το μούτρο τους για μια στιγμή στο θαμπό τζάμι κι άλλοι έμπαιναν μέσα, ενώ άλλοι τραβούσαν ανατολικά για τον Πύργο του Aίματος. Kι αν δε μου έγνεφε κανείς, έβγαινα κι ακολουθούσα μια σκιά, που ποτέ δεν μπορούσα να προφτάσω.

Δε θυμάμαι από πού ερχόταν εκείνη η ομίχλη• μάλλον κατέβαινε από ψηλά. Tώρα, πάντως, ξεκινάει βαθιά απ' τα όνειρα. Aυτά που χρόνια μένανε σκεπασμένα μ' ένα βαρύ καπάκι, που όμως πήρε απ' την πίεση για καλά να παραμερίζει.

Πέφτει πολλή ομίχλη, γίνομαι ένα μ' αυτήν, και ξεκινάω. Aκολουθώ άλλες σκιές ονοματίζοντάς τες. Περπατώ κοιτάζοντας το λιθόστρωτο. Aυτό σε πολλούς δρόμους και δρομάκια ακόμα διατηρείται. Δεν υπάρχει, βέβαια, ανάμεσα στις πέτρες το χορταράκι, που φύτρωνε τότε. Όλα έχουν γκρεμίσει ή ξεραθεί.

Kανένας θάνατος δεν είναι καλός. Ω, και νά 'ταν αλήθεια, αυτό που λένε, πως θα τους ξαναβρούμε όλους…

Aκολουθώντας τις σκιές μπαίνω πάντα στον ίδιο δρόμο. Tα δέντρα και τα φυτά θεριεύουν μες στη μοναξιά και τη θολούρα. Γίνονται σαν κάστρα τεράστια. Φτάνω στο αγέρωχο σπίτι το τυλιγμένο με κισσούς και φυλλώματα. Παρόλο που οι σκιές κοντοστέκονται και σα να μου γνέφουν, εγώ δεν πλησιάζω καν στην Πορτάρα. Θαρρώ πως μόνο αγαπημένο πρόσωπο θα με πείσει κάποτε να την περάσω.

Φεύγω και ξαναχάνομαι μέσα στα τραμ, τα φώτα και την κίνηση. O νους μου είναι κολλημένος στην ομίχλη και σ' όλα όσα είδα μέσα σ' αυτήν. Προσπαθώντας να ξεχαστώ περπατώ πολύ τις ομιχλιασμένες νύχτες. Aισθάνομαι κάποια ανακούφιση με το βάδισμα. Tα μεγάλα βάσανα κατασταλάζουνε σιγά σιγά στο κορμί και διοχετεύονται απ' τα πόδια στο υγρό χώμα.


(Από το H Μόνη Κληρονομιά, Kέδρος 1982)

8 Φεβρουαρίου 2012

Ο Άκης Πάνου μιλάει για τον Μάρκο



 Άκης Πάνου - Νίκος Τσαγκρής: Συζήτηση στο γραφείο του διευθυντή των Φυλακών Κομοτηνής 

Όταν, μετά τον φόνο, ο Άκης Πάνου μεταφέρθηκε στις φυλακές Κομοτηνής, με πήρε στο τηλέφωνο. Νίκο θέλω να έρθεις να στα πω, θέλω να τα γράψεις εσύ, μου είπε. Συμφωνήσαμε, μάλιστα, να κάνει εκείνος τις ενέργειες για την άδεια από το υπουργείο Δικαιοσύνης, προκειμένου να μπω μέσα να πάρω τη συνέντευξη.Δεν πέρασαν παρά τέσσερις – πέντε ημέρες και έφτασε στην εφημερίδα η άδεια εισόδου μου στις φυλακές Κομοτηνής μαζί με ένα χειρόγραφο σημείωμα του υπουργού. Ήταν ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος τότε: «Να δώσεις τους χαιρετισμούς μου στον Άκη Πάνου»…


Μιλούσαμε δύο ολόκληρες μέρες, ο διευθυντής των φυλακών μας είχε παραχωρήσει το γραφείο του, γέμισα έξι – επτά κασέτες των 90 λεπτών: η συνέντευξη για τον φόνο με τα πριν και τα μετά, μια συνοπτική βιογραφία,πολλές λεπτομέρειες για τις σχέσεις του με τις εταιρίες δίσκων και κριτικές αξιολογήσεις σπουδαίων δημιουργών του ελληνικού τραγουδιού και ορισμένων εκ' των τραγουδιστών που συνεργάστηκε... Μέρος αυτού του "υλικού'' δημοσιεύτηκε σε μια σειρά συνεντεύξεων στο ΕΘΝΟΣ και στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής. Ένα άλλο μέρος παραμένει ανέκδοτο. Απ' αυτό, αποσπώ και δημοσιεύω σήμερα μια αναφορά του Άκη Πάνου στον Μάρκο Βαμβακάρη...

   

Ο Μάρκος ήταν το εξέχον πρόσωπο 
*Τον Μάρκο τον είχα γνωρίσει σαν δημιουργό μέσα από τα τραγούδια του από τα πολύ μικρά μου χρόνια. Η μητέρα μου ήταν γεννημένη στον Πειραιά. Ο πατέρας της ήταν Καλαματιανός, η μάνα της ήταν από το Κρανίδι, τελικά είχε μεγαλώσει στην Τσουλήθρα, στην Τερψιθέα. Και, χωρίς αυτό να της αφαιρεί τίποτα από την αξιοπρέπεια ή την σοβαρότητά της, τραγουδούσε και όταν ήταν χαρούμενη και όταν ήταν πικραμένη.
(Ηταν καλή φωνή, όπως και όλα μου τα αδέρφια. Εξαίρεση αποτελούσε ο πατέρας μου, που ήτανε μεν φάλτσος, αλλά, ήθελε να τραγουδάει μαζί με τους άλλους στα οικογενειακά γλέντια μας που ήταν στο σπίτι μας τρόπος ζωής, τουλάχιστον ως την κήρυξη του πολέμου. Εγώ πάλι είχα πάθει διφθερίτιδα όταν ήμουν δύο ετών με αποτέλεσμα να μείνω βραχνοκόκκορας.)
Το μεγαλύτερο μέρος λοιπόν του ατέλειωτου ρεπερτορίου της μητέρας μου το αποτελούσαν τραγούδια του Μάρκου και των άλλων δημιουργών της εποχής που οι μετέπειτα ταξινόμοι του τραγουδιού θα την ονομάσουν εποχή του ρεμπέτικου.
Τα τραγούδια του Μάρκου τα ξεχώρισα ανάμεσα στα τραγούδια που τραγουδούσαν τότε στα κέντρα σου λέω. Δηλαδή ανάμεσα σε Σακελλαρίδη, σε βαφτιστικούς και σε τέτοια, ανάμεσα νομίζω αργότερα στα ταγκό και στα τέτοια. Αυτό που ξεχώριζε στα αυτιά μου, και πιστεύω ότι αυτό που με έκανε να είμαι κοντά στο Μάρκο, τα ακούσματά μου να είναι κοντά στον Μάρκο, να ανέχονται οι πόροι μου εύκολα τον Μάρκο, αναλύοντάς το αργότερα με έκανε να καταλάβω, να πούμε, γιατί μου άρεσε ο Μάρκος. Γιατί δηλαδή χωρίς προσπάθεια μπορούσα να έρχομαι σε επαφή με τον δημιουργό Βαμβακάρη:
Ο Βαμβακάρης προέρχεται από τη Σύρα, είναι Φραγκολεβαντινός, έζησε τα περισσότερα χρόνια του εκεί πέρα. Η Σύρα ήτανε πολύ πριν από την Αθήνα πρωτεύουσα της Ελλάδος, ήτανε αστός εν ολίγοις ο Βαμβακάρης. Και εγώ πάλι ήμουνα γεννημένος αστός. Από μάνα Πειραιώτισσα, από πατέρα Αθηναίο. Ήταν λοιπόν πολύ κοντά μου. Ο τρόπος ζωής μου, στην οδό Αθηνάς, (αργότερα, όταν κυκλοφόρησα σαν πιτσιρίκος από τα πολύ μικρά μου χρόνια) στο Μοναστηράκι και στα τέτοια, τα ακούσματα που είχα στην πόλη που γεννήθηκα, ήταν κυρίως τα τραγούδια του Μάρκου. Και εν πάση περιπτώσει ήταν ο τρόπος που δεχόμαστε εμείς ευχαρίστως στην Αθήνα, τα αλάνια της εποχής εκείνης ας πούμε, οι πιτσιρικάδες, αυτά τα ακούσματα ήτανε ο τρόπος μας,ήτανε τα δικά μας ακούσματα. Αυτά που νιώθαμε ότι ήτανε δικά μας…

Αργότερα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Βαμβακάρη και σαν πρόσωπο, σαν άνθρωπο. Εχω την εντύπωση πως με αγαπούσε, είχε εκδηλώσει την αγάπη του για μένα, και μια από τις μεγαλύτερες στενοχώριες μου ήτανε η μέρα που έφυγε από την ζωή ο Μάρκος ο Βαμβακάρης. Γιατί όταν έμπλεξα εγώ με την δισκογραφία είχαμε συναντηθεί πολλές φορές, και επειδή δεν ήξερε αν εγώ ήμουν αποδεκτός, ας το πούμε έτσι, επειδή με θεωρούσε μορφωμένο, μου έλεγε μια χοντρή κουβέντα. «Εσύ θα τους αυτώσεις... Εμάς μας πιάσανε κορόιδα γιατί δεν ξέρουμε γράμματα, ενώ εσύ ξέρεις γράμματα».
Εγώ πάλι τον σεβόμουνα. Κύριο Βαμβακάρη βεβαίως τον έλεγα πάντα, ποτέ δεν τον έλεγα Μάρκο όπως τον έλεγαν οι νεότεροι για να δείξουν ότι είχαν οικειότητα μαζί του. Δεν είχα την τύχη να δουλέψω μαζί του. Δούλεψα με πολλούς άλλους παλιούς, αλλά όχι με τον Βαμβακάρη. Δηλαδή δούλεψα ένα διάστημα και με την Σωτηρία την Μπέλου, σε κάτι πανηγύρια νομίζω ή Σαββατοκύριακα θυμάμαι με την Ιωάννα την Γεωργακοπούλου, με τον Πρόδρομο τον Τσαουσάκη στον Μπούκλα, με τον Στράτο τον Παγιουμτζή, μάλιστα με τον οποίο συμπτωματικά με το ψευδώνυμο Φώτης Γκιόκας, το όνομα του κουνιάδου μου, του έχω δώσει τα δύο τελευταία τραγούδια της ζωής του.
Ο Μάρκος λοιπόν ήταν, για αυτή την εποχή που εγώ γνωρίστηκα με το λαϊκό τραγούδι, το εξέχον πρόσωπο. Ο Μάρκος όταν κρίνεται σήμερα νομίζω ότι αδικείται, γιατί οι άνθρωποι αυτό πρέπει να κρίνονται σύμφωνα με τη εποχή που λειτούργησαν. Ο Μάρκος αν κριθεί σήμερα σαν εκτελεστής θα πούμε ότι ήταν ένας πολύ κακός παίκτης, πολύ άτυχος. Όμως για την εποχή εκείνη δεν ήταν αυτό. Ήταν πάρα πολύ μεγάλος παίκτης. Από την άλλη μεριά, ο Μάρκος δεν βρήκε σχεδόν τίποτα. Δηλαδή, αυτό που βρήκε ο Μάρκος σαν λαϊκό τραγούδι ήταν το «Πάρε με Αντριάννα μου να σε βοηθώ στην βρύση και να σου κουβαλώ νερό απ` το Βατραχονήσι» από την εποχή του Σουρή. Γιατί το λαϊκό τραγούδι λέμε ότι ήρθε το `22, αλλά υπάρχουν τραγούδια που μπορούν να χαρακτηριστούν λαϊκά, όχι με την έννοια του ρεμπέτικου, αλλά τραγούδια που έχουν γραφτεί από τους πολλούς για τους πολλούς. Αυτό είναι το λαϊκό τραγούδι, το μελοποιημένο χρονογράφημα κάθε εποχής.
Ο Βαμβακάρης λοιπόν ήταν ένας άνθρωπος που βρήκε σχεδόν τίποτα και δημιούργησε τα πάντα. Έβαλε τα θεμέλια για να κτιστεί αυτό που είπαμε μετά λαϊκό τραγούδι. Γιατί το λαϊκό τραγούδι είναι μια συνέχεια. Λαϊκό τραγούδι ήταν το δημοτικό που τραγουδούσαν στα χωριά, γιατί αυτά υπήρχαν και λέγανε «Του Κίτσου η μάνα κάθεται στην άκρη στο ποτάμι, με το ποτάμι μάλωνε και το πετροβολούσε, ποτάμι για λιγόστεψε, ποτάμι στρέψε πίσω, για να περάσω αντίπερα, στα κλέφτικα λημέρια». Οι εποχές αλλάξανε, και του Κίτσου η μάνα πήρε ρετιρέ στο Κολωνάκι…
Θέλω να πω λοιπόν ότι μια μορφή λαϊκού τραγουδιού είναι το τραγούδι του Μάρκου, αλλά με την μορφή του ρεμπέτικου αυτό το τραγούδι ήταν κάτι ξεχωριστό στην αλυσίδα των λαϊκών τραγουδιών. Δηλαδή ήταν ένας κρίκος τελείως ξεχωριστός στην αλυσίδα που ενώνει ας πούμε το δημοτικό με αυτό που λέμε μετά ρεμπέτικο ή το ελαφρολαϊκό. Όλα αυτά είναι ελληνικά λαϊκά τραγούδια.
Έχω πει ότι η μόνη σχέση που έχω με τον Βαμβακάρη είναι ότι αυτός έλεγε την αλήθεια της εποχής του και εγώ λέω την αλήθεια της δικής μου εποχής. Δεν ήταν πλαστός ο Βαμβακάρης., αλλά γνήσιος στην έκφρασή του. Έλεγε αυτό που ζούσε, αυτό που ένιωθε, αδιαφορώντας για τα πάντα. Σαν άνθρωπο τον υπερεκτιμούσα, τον αγαπούσα πάρα πολύ. Και σου είπα ότι με αγαπούσε και εκείνος. Και μου έλειψε πολύ. Πάνω στον Μάρκο, πάνω στα θεμέλια Βαμβακάρη χτίστηκαν όλα…    
 *© Νίκος Τσαγκρής. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα 

1 Φεβρουαρίου 2012

Υποταγή του εθνικού στο υπερεθνικό


Ενώ η χώρα σφαδάζει πληγωμένη θανάσιμα από τις μαχαιριές της Ευρώπης, οι πολιτικοί ηγέτες μας (από τους αιρετούς Γιωργάκη Παπανδρέου και Αντώνη Σαμαρά μέχρι και τον δοτό Λουκά Παπαδήμο) επιμένουν στην γραμμή Σημίτη που συνοψίζεται στην άποψη ότι «η απάντηση στην κρίση είναι περισσότερη Ευρώπη». Άποψη εξ' αρχής προσβλητική για τους Έλληνες εργαζόμενους, αφού σημαίνει «φάτε μάτια Ευρώπη και κοιλιά περίδρομο». Αφήνεται, ωστόσο,  να σημαίνει και αυτό που η πλειοψηφία των Ελλήνων, από καταβολής ευρωζώνης επιθυμούν, χωρίς ποτέ να το αποκτήσουν: πλήρη οικονομική σύγκλιση της χώρας με την Ε.Ε. Κάτι που, κάποτε, ο κ. Σημίτης μας είχε τάξει. Και τώρα, μοιάζει με κάτι που θα ονειρευόμαστε για πάντα επειδή είναι αδύνατον να υπάρξει…

Όμως το κατά Σημίτην «περισσότερη Ευρώπη» σημαίνει ελληνική πολιτική σιωπή, ελληνική πολιτική απραξία, πλήρη ανταπόκριση στις επιταγές του γαλλογερμανικού άξονα. Το γιατί, το εξηγεί θαυμάσια ο ίδιος: Διότι «η αποτελεσματικότητα της εθνικής πολιτικής εξαρτάται κυρίως από τον βαθμό ανταπόκρισής της στους κανόνες του υπερεθνικού συστήματος στο οποίο εκάστοτε ανήκει»! Και εμείς ανήκομεν εις το υπερεθνικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο ελέγχει ο γαλλογερμανικός άξονας! Δεν συμφωνείτε;

Όχι, «η Ευρώπη κατάντησε το βασίλειο του τίποτα, ο πολιτισμός του μηδενός», λένε οι ακραίοι ευρωσκεπτικιστές, μηδενίζοντας ακόμα και την νομισματική ενότητα. Και η αλήθεια είναι πως τώρα (με την κρίση) το έλλειμμα αυτονομίας της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής είναι ευδιάκριτο. «Επειδή η αποτελεσματικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας εξαρτάται κυρίως από τον βαθμό ανταπόκρισής της στους κανόνες του υπερεθνικού συστήματος στο οποίο ανήκει», υποθέτω˙ υιοθετώντας μια Σημιτικού… χαρακτήρα σκέψη…

Το γνωρίζουμε όλοι, ας μην το ομολογούμε: Η «εθνική», ας την πούμε, ευρωπαϊκή οικονομία, ανήκει στο «υπερεθνικό οικονομικό σύστημα» των ΗΠΑ. Γι’ αυτό και ανταποκρίνεται στους κανόνες που θέτουν οι ΗΠΑ για την υπέρβαση της κρίσης. Τι κι αν γεμίζουν με αίσθημα απελπισίας τον Πολ Κρούγκμαν, τι κι αν κάνουν τον Τζότζεφ Στίγκλις να δηλώνει ότι «πρόκειται για κανονική ληστεία των εργαζομένων»…

Για την πλευρά των προθύμων, να πούμε, τα πράγματα πάνε κατ’ ευχήν: Ο βαθμός ανταπόκρισης της Ε.Ε. στους κανόνες του υπερεθνικού συστήματος που ανήκει (ΗΠΑ) είναι θετικός. Αντίστοιχα θετικός πρέπει να είναι και ο βαθμός ανταπόκρισης της Ελλάδας στους κανόνες του υπερεθνικού συστήματος που ανήκει, τους κανόνες της Ευρωζώνης.

Δείτε, οι πολιτικοί ηγέτες μας (από τους αιρετούς Γιωργάκη Παπανδρέου και Αντώνη Σαμαρά μέχρι και τον δοτό Λουκά Παπαδήμο) όπως και ο υπουργός μας επί των οικονομικών κ. Βενιζέλος, σε αγαστή συνεργασία με την τρόϊκα, απεργάζονται την οριστική μετατροπή της Ελλάδας σε δουλοπαροικία της Ευρώπης. Εφαρμόζοντας, προφανώς, την άποψη Σημίτη για… περισσότερη Ευρώπη!.. 

Νίκος Τσαγκρής (Από άρθρο δημοσιευμένο στο ΕΘΝΟΣ / http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22733&subid=2&pubid=2790834)

30 Ιανουαρίου 2012

Ευρωσοσιαλδημοκράτες... τραβεστί


Οι πλέον σύγχρονοι πολιτικοί στοχαστές διατυπώνουν την άποψη ότι ο διαχωρισμός Δεξιά - Αριστερά, με το παραδοσιακό περιεχόμενο (συντήρηση από τη μία και πρόοδος από την άλλη) των εννοιών, έχει οριστικά εκλείψει.

Προσωπικά, ταλαντεύομαι μεταξύ αυτής της άποψης και μιας βεβαιότητας ότι αυτό που λέμε κόσμος – και είναι η ανθρωπότητα, οι κοινωνίες των πολιτών, οι λαοί – είναι και θα είναι η Αριστερά, ανεξάρτητα εάν συμβάλλει καθοριστικά στην ανάδειξη «δεξιών» ή «αριστερών» κυβερνήσεων και καθεστώτων...

Ωστόσο ζούμε σε ένα διεθνές περιβάλλον περισσότερο παρά ποτέ οικονομικό. Ο καπιταλισμός προσλαμβάνεται ως ο αδιαμφισβήτητος μονόδρομος μετά την παταγώδη αποτυχία του σοσιαλιστικού πειράματος. Και το μόνο δίλημμα πλέον έχει να κάνει με την ποιότητα του καπιταλισμού: Θρησκεία της αγοράς ή πολιτικός έλεγχος με στόχο το κοινωνικό κράτος; Δίλημμα που μεταφερόμενο στην εφαρμοσμένη πολιτική οδηγεί σε δύο καταναγκαστικές επιλογές: νεοφιλελευθερισμός ή σοσιαλδημοκρατία;

Μέχρι σήμερα, για τον «κόσμο» (τις κοινωνίες των πολιτών, τους «εργαζομένους», τους λαούς) η απάντηση ήταν «σοσιαλδημοκρατία». Ήταν απάντηση ενστικτώδης, επιλογή αναγκαστική, που διάλεγε το μη χείρον ως βέλτιστον: Αφού ο καπιταλισμός είναι μονόδρομος, αφού ο ριζοσπαστικός σοσιαλισμός δεν χωράει στο διεθνές περιβάλλον, ας πάρουμε σοσιαλδημοκρατία, μήπως διασώσουμε αυτό το έρημο το «κοινωνικό κράτος»...

Κάπως έτσι λειτούργησαν την περασμένη εικοσαετία οι κοινωνίες των Ευρωπαίων πολιτών και... πήραν σοσιαλδημοκρατία. Πράγμα που διευκόλυνε, στον συγκεκριμένο χρόνο, την αλματώδη απελευθέρωση της αγοράς, την τερατώδη καπιταλιστική «αντεπίθεση»: Οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις (οι κυβερνήσεις Ζοσπέν, Σρέντερ, Σημίτη κ.α.) λειτούργησαν περισσότερο σαν τριτεγγυητές της οικονομίας των «αγορών» παρά ως σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Ενώ οι διάδοχές τους, (οι κυβερνήσεις Γιωργάκη Παπανδρέου, Ζοζέ Σόκρατες, Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο κ.α.) εκφυλίσθηκαν οριστικά μεταλλασσόμενες σε νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις με σοσιαλιστικά ψευδώνυμα…

Φαίνεται ότι η μεταψυχροπολεμική ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έφαγε τα ψωμιά της. Ότι ακόμα και ως κυβερνητικός μανδύας για τη διευκόλυνση της ελευθέριας οικονομίας δεν φτουράει.
Και φαίνεται ότι ο επιθετικός καπιταλισμός, η «δικτατορία των αγορών», είναι πλέον το πάγιο διεθνές περιβάλλον. Και ότι σ' αυτό δεν χωρούν ούτε κατ' όνομα σοσιαλιστικές κυβερνήσεις! Αν είναι έτσι τζάμπα ετοιμάζεται να κυβερνήσει ο… Κουβέλης. Κι ο… Ψαριανός και οι λοιπές δυνάμεις του… «αριστερού ευρωπαϊσμού»!..

24 Ιανουαρίου 2012

Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν

Τα αγγλικά μου είναι επιπέδου… πλατείας Συντάγματος. Τα αγγλικά που μιλούσαν τα «καμάκια» της Αθήνας στη δεκαετία του ’70, εννοώ: Do you like, μαντμαζέλ, the Greece και τα λοιπά. Παρ’ όλα αυτά, για να γλυτώσω το ψυχιατρείο, άρχισα να βλέπω ειδήσεις στο CBS ή στο B.B.C. Κι ότι πιάνει το μάτι μου και τ’ αυτί μου.
Ωστόσο, μία απ’ τις προηγούμενες μέρες ξεκίνησα και πάλι από δελτίο ειδήσεων ελληνικού καναλιού. Το δελτίο, από τα πρώτα λεπτά, έδειξε τις προθέσεις του για την εκδίκαση υπόθεσης βιασμού μαθήτριας από συμμαθητές της. Ή απόπειρας βιασμού τεσσάρων μαθητών από συμμαθήτριά τους. Ή κάτι τέτοιο. Παρακολούθησα τη «δίκη» για δέκα ολόκληρα λεπτά μέχρι που η ακροαματική διαδικασία άρχισε να μου προκαλεί ναυτία. Στην έδρα ήταν ο ευφραδής εισαγγελέας Τράγκας. Και δεν έχανε ευκαιρία να προφέρει με το αρρωστημένο πάθος ήρωα του Πιτιγκρίλι τα σεξουαλικά πειστήρια του εγκλήματος. Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του, σκέφτηκα: αίμα και σπέρμα…
Δραπέτευσα στο δελτίο του B.B.C. Πρώτο θέμα η επερχόμενη καταστροφή του πλανήτη. Και η ακριβής (η μετρημένη δηλαδή) συμβολή όλων των πολιτισμένων χωρών σ’ αυτήν. Με την Ελλάδα να είναι πέμπτη και… καλύτερη ανάμεσά τους. Αλλά για τα ελληνικά κανάλια το θέμα ήταν τζούφιο, δίχως αίμα και σπέρμα, ανάξιο προβολής.
Μα πράγματι, από μια άποψη ο επερχόμενος θάνατος της Γής δεν είναι είδηση για εμάς τους Έλληνες. Αφού, ενώ καταστρέφουμε συστηματικά το περιβάλλον, στωϊκά δηλώνουμε απαισιόδοξοι για το μέλλον. Παράξενα, την ίδια στιγμή, δηλώνουμε αισιόδοξοι για το προσωπικό μας μέλλον!
Εδώ υπάρχει μια σαφής αντίφαση: πώς είναι δυνατόν να είσαι απαισιόδοξος για το μέλλον του κόσμου και, ταυτόχρονα, αισιόδοξος για το προσωπικό σου μέλλον σ’ αυτόν τον κόσμο;
Προσωπικά, δηλώνω οριστικά απαισιόδοξος. Όχι μόνο για το περιβαλλοντικό μέλλον αλλά και για το… προτσές της Ιστορίας. Για την πορεία της ανθρωπότητας, τον ανθρώπινο πολιτισμό, την εξέλιξή του στους επόμενους αιώνες.
Εξαρτάται πώς βιώνεις τον χρόνο, πώς τοποθετείσαι στη σχέση άνθρωπος-κόσμος: «Αυτό που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους της εποχής μας ( παρατηρεί ο Κώστας Αξελός ) αν υποθέσουμε ότι αποτελεί ακόμα εποχή, είναι ότι σέρνονται μισοευχαριστημένοι-μισοδυσαρεστημένοι, ούτε ευχαριστημένοι ούτε δυσαρεστημένοι, πάνω σε μια Γη που βαδίζει προς την ερήμωση».
Πίστευα πως αυτό που ξεχώριζε τους Έλληνες ήταν η ενστικτώδης οικουμενική, να την χαρακτηρίσουμε, οπτική: ότι βίωναν την ύπαρξή τους περισσότερο στη σχέση «άνθρωπος-κόσμος», παρά στη σχέση «άνθρωπος-εγώ».
Και ότι δηλώνοντας την απαισιοδοξία τους για το μέλλον της χώρας, σημειώνουν την απαισιοδοξία τους για την γενικότερη πορεία της ανθρωπότητας που περιλαμβάνει και τους ίδιους, ως μέρος της. Με την συνειδητή ή υποσυνείδητη γνώση ότι «ζούμε πάνω σε μια Γη που βαδίζει προς την ερήμωση».
Τώρα, το γιατί ο Έλληνας, προσωπικά, (στη σχέση, δηλαδή, «άνθρωπος-εγώ») δηλώνει αισιόδοξος, ας το αφήσουμε. Να υποθέσουμε ότι υιοθέτησε την ζωώδη αντίληψη των καιρών «ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθαίνουν»; Δεν είναι σκληρό;


Νίκος Τσαγκρής (χρονογράφημα δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ)

20 Ιανουαρίου 2012

Ατομικές και μαζικές εξαρτήσεις

Η εξάρτηση είναι το στήριγµα της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, κάτι αντίστοιχο µε το σκυρόδεµα στις εφαρµογές τής σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Αυτό, όσον αφορά τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Όταν η εξάρτηση είναι µαζική, τότε µπορούµε να µιλάµε για εξαρτηµένες κοινωνίες, φυλές, εθνότητες. Σ’ αυτή την περίπτωση, η εξάρτηση είναι κάτι σαν θεµέλιος λίθος των κοινωνιών, των κοινωνικών συστηµάτων: «Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού» έλεγαν οι κοµµουνιστές ηγέτες προκειµένου να απεξαρτηθούν οι λαϊκές µάζες από τα θρησκευτικά δόγµατα. Για να εξαρτηθούν, σε λίγο, για τα καλά, από το κοµµουνιστικό δόγµα, να υπηρετήσουν µιαν άλλη εξάρτηση…

Η εξάρτηση απ’ τα ναρκωτικά είναι µια περιθωριακή εξάρτηση στον κόσµο των µαζικών εξαρτήσεων. Μπροστά σε άλλες οµοειδείς εξαρτήσεις, τσιγάρο, αλκοόλ, καφές κ.λπ. (εξαρτήσεις ψυχολογικές που προκαλούν οργανικές βλάβες), η εξάρτηση απ’ τα ναρκωτικά είναι ποσοτικά αµελητέα, µπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί ατοµική, όχι µαζική εξάρτηση. Έτσι, ο θόρυβος που προκαλείται κάθε φορά που έχουµε δηµόσιους θανάτους από χρήση ηρωίνης, ας πούµε, ή άλλων τοξικών ουσιών, τα διάφορα κοινωνικά «σοκ», η υστερία των Μέσων Μαζικής Ενηµέρωσης, η «ευαισθητοποίηση» της κοινής γνώµης, τα κυβερνητικά… µέτρα και οι ανακοινώσεις είναι το σύµπτωµα µιας αβάσταχτης υποκρισίας ποικιλοτρόπως εξαρτηµένων ατόµων ή µαζών, απέναντι σε µια αµελητέα εξάρτηση και τα θύµατά της…

Στην περίοδο της ακµής τού υπερρεαλισµού, 1920-1930, µυθικά ονόµατα της διανόησης, Ελιάρ, Αρτώ, Αραγκόν, Πρεβέρ, Ταγκί, Μπατάιγ, Μαξ Ερνστ και ο θεωρητικός του σουρεαλισµού Αντρέ Μπρετόν, θυσίαζαν τον ελεύθερο χρόνο τους προκειµένου να ξεκαθαρίσουν αν η εξάρτηση των ανθρώπων –από τη σεξουαλικότητα, ας πούµε– είναι µεγαλύτερη, µικρότερη ή ίδια µε την εξάρτησή τους απ’ τα ναρκωτικά, τα τσιγάρα, το αλκοόλ. Αυτό, για να τεκµηριώσουν τη θεωρία τους ότι η υπέρβαση της «πραγµατικότητας» οδηγεί στην απελευθέρωση του ατόµου, την απεξάρτηση, την ανεξαρτησία του. Στην ουσία, τεκµηρίωναν, ο καθένας στον δικό του βαθµό, την εξάρτησή τους από ένα νέο δόγµα: τον σουρεαλισµό…

Τις προάλλες, τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης δηµοσίευσαν και πάλι στοιχεία για τη θλιβερή ελληνική και παγκόσµια εικόνα τής αλκοολικής πραγµατικότητάς µας: «… οι εξαρτηµένοι από αλκοόλ και άλλες τοξικές ουσίες αυξάνονται και πληθύνονται µε γεωµετρική πρόοδο…».

Στον ίδιο χρόνο, µε τους ίδιους ρυθµούς, µειώνονται οι µαζικές εξαρτήσεις των ανθρώπων από αξίες, ιδέες και ιδεολογίες, φιλοσοφικά και θρησκευτικά ρεύµατα, κοινά οράµατα.
Σκέφτοµαι ότι εµείς που ζήσαµε τα νιάτα µας στις εποχές µαζικών, ιδεολογικών κυρίως, εξαρτήσεων, είµαστε τυχεροί. Αν µη τι άλλο, µείναµε «καθαροί». Υπό την έννοια ότι δεν χρειαστήκαµε ποτέ ναρκωτικά για να «φτιαχτούµε»…

Του Νίκου Τσαγκρή. πηγή: http://galera.gr/magazine/modules/articles/article.php?id=525

18 Ιανουαρίου 2012

Ο Άκης Πάνου για τον Τσιτσάνη

                               
 Φωτογραφία του Τσιτσάνη από το αρχείο του Ηλία Πετρόπουλου


Όταν, μετά τον φόνο, ο Άκης Πάνου μεταφέρθηκε στις φυλακές Κομοτηνής, με πήρε στο τηλέφωνο. Νίκο θέλω να έρθεις να στα πω, θέλω να τα γράψεις εσύ, μου είπε. Συμφωνήσαμε, μάλιστα, να κάνει εκείνος τις ενέργειες για την άδεια από το υπουργείο Δικαιοσύνης, προκειμένου να μπω μέσα να πάρω τη συνέντευξη.
Δεν πέρασαν παρά τέσσερις – πέντε ημέρες και έφτασε στην εφημερίδα η άδεια εισόδου μου στις φυλακές Κομοτηνής μαζί με ένα χειρόγραφο σημείωμα του υπουργού. Ήταν ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος τότε: «Να δώσεις τους χαιρετισμούς μου στον Άκη Πάνου»…
Μιλούσαμε δύο ολόκληρες μέρες, ο διευθυντής των φυλακών μας είχε παραχωρήσει το γραφείο του, γέμισα έξι – επτά κασέτες των 90 λεπτών: η συνέντευξη για τον φόνο με τα πριν και τα μετά, μια συνοπτική βιογραφία,πολλές λεπτομέρειες για τις σχέσεις του με τις εταιρίες δίσκων και κριτικές αξιολογήσεις σπουδαίων δημιουργών του ελληνικού τραγουδιού και ορισμένων εκ' των τραγουδιστών που συνεργάστηκε... Μέρος αυτού του "υλικού'' δημοσιεύτηκε σε μια σειρά συνεντεύξεων στο ΕΘΝΟΣ και στο ΕΘΝΟΣ της Κυριακής. Ένα άλλο μέρος παραμένει ανέκδοτο...Απ' αυτό το ανέκδοτο μέρος δημοσιεύω σήμερα (με αφορμή τα 28 χρόνια απ΄το θάνατο του Βασίλη Τσιτσάνη) απομαγνητοφωνημένη, χωρίς 
καμιά φιλολογική παρέμβαση, την γνώμη του Άκη Πάνου για τον Τσιτσάνη:


Συνομιλία με τον Άκη Πάνου στο γραφείο του διευθυντή των φυλακών Κομοτηνής

Ο Τσιτσάνης ήταν αξεπέραστος

 "Ο Τσιτσάνης είναι ένας άνθρωπος που δούλεψε πάρα πολύ. Καθιερώθηκε στην συνείδηση του κόσμου σαν ίσως ο μεγαλύτερος για πολλούς που πέρασε ποτέ από αυτόν τον χώρο. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Τσιτσάνης ουδέποτε απουσίασε από το πάλκο. Είχε μια συνεχή επαφή με τον κόσμο. Ηταν ίσως ο πιο εργατικός από όλους…

Με τον Τσιτσάνη δεν μπορώ να πω ότι είχα το ψώνιο που είχα με τον Μάρκο. Ο Τσιτσάνης πάντρεψε αυτό που λέμε δημοτικό με το λαϊκό όπως το βρήκε. Ηταν ένας άνθρωπος που επεξεργάστηκε το τραγούδι, ήταν δηλαδή περισσότερο εγκεφαλικός από τον Μάρκο. Ο Μάρκος ήταν περισσότερο αυθόρμητος.

Ο Τσιτσάνης είχε μια ιδιαιτερότητα: στην περίπτωση του Μάρκου μπορούμε να πούμε ότι τα περισσότερα τραγούδια ήταν του Μάρκου. Με τον Τσιτσάνη όμως δεν συμβαίνει αυτό. Στα περισσότερα οι μουσικές είναι δικές του. Υπάρχουν πολλά αμφισβητούμενα και διαφιλονικούμενα τραγούδια, αν ήταν δικά του. Ηταν δηλαδή κυρίως αυτό που λέμε μουσικοσυνθέτης ο Τσιτσάνης. Και από την άλλη μεριά ήταν ένας εκτελεστής οργάνων που κανένας, όσα χρόνια και αν περάσανε, όσοι βιρτουόζοι, όσοι δεξιοτέχνες, δεν μπόρεσε να μιλήσει τόσο πολύ με το όργανό του. Ο Τσιτσάνης το χάιδευε στην κυριολεξία το όργανο και είχε βρει τον τρόπο να βγάζει ότι πιο γλυκό μπορεί να έχει αυτό.

Στα χέρια του Τσιτσάνη το μπουζούκι ήταν ένα μαγικό όργανο. Δεν ξεπεράστηκε από κανέναν ο Τσιτσάνης. Κανένας δεν μπόρεσε να εκφραστεί σαν εκτελεστής όπως ο Τσιτσάνης. Δηλαδή, ο Χιώτης ξεπεράστηκε. Ηταν ένας βιρτουόζος, ένας δεξιοτέχνης. Βγήκαν παίκτες που τον ξεπεράσανε. Σε ταχύτητα, σε έτσι... Στον Τσιτσάνη στην έκφραση που είχε δεν τον ξεπέρασε κανένας. Δηλαδή, αν εγώ κάτσω και πω τι βλέπω στον Τσιτσάνη σαν το καλύτερο στοιχείο του ήταν ο πιο γλυκός εκτελεστής αυτού του οργάνου που άκουσα ποτέ. Και νομίζω όλοι μας.

Βεβαίως, επειδή έχει βγάλει πάρα πολλά τραγούδια, έχουν μπει με μουσική δική του, νομίζω ότι ποσοστιαία δεν είναι ξέρω γω τι. Υπάρχουν μερικοί που πιστεύουν ότι λατρεύοντας έναν άνθρωπο και ολοκληρώνοντας τα πράγματα κάτι κάνουνε. Και νομίζω ότι κάνουνε ζημιά. Εάν ψάξουμε μέσα στην ποσότητα του Τσιτσάνη να βρούμε την ποιότητα, να βρούμε δηλαδή αυτά που μπορούνε να σταθούνε σαν φυσικά πράγματα, εκεί πέρα θα δούμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα δέκα τα εκατό...

Εάν μιλήσουμε για τον Τσιτσάνη, το πρώτο πράγμα που θα πούμε είναι η συννεφιασμένη Κυριακή. Αν πάρουμε την μουσική της, γιατί ο λόγος λένε ότι ανήκει σε άλλους, πολλοί είναι αυτοί που διεκδικούν την πατρότητα του στίχου της συννεφιασμένης Κυριακής, που εν πάσει περιπτώσει στην ανάλυσή της δεν μου λέει και φοβερά πράγματα, είναι ένα τραγούδι πιστό, δεν είναι ένα τραγούδι πλατύ, μιλάει για μια συγκεκριμένη μέρα και τα λοιπά, δεν είναι δηλαδή τραγούδι με εύρος σαν στίχος. Σαν μουσική, αν το βάλουμε δίπλα στο πολυχρόνιο, σε διάφορα δοξαστικά, θα δούμε από κει και πέρα ότι δεν πρωτοτυπεί ο Τσιτσάνης.

Λοιπόν, ο Τσιτσάνης είναι, εργατικός, δουλευταράς μεγάλος, έχει ποσοτική παραγωγή μεγάλη, αλλά αυτό που του ξεχωρίζω είναι ότι ήταν ο πιο γλυκός εκτελεστής που άκουσα στην ζωή μου, κρατώντας αυτό το όργανο, το μπουζούκι."

(Από συνομιλία του Άκη Πάνου με τον Νίκο Τσαγκρή) © 1999 Νίκος Τσαγκρής. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα 

17 Ιανουαρίου 2012

Για μια γενική απεργία διαρκείας


«Γίνονται απεργίες σε σας; Καλά, αστυνομία δεν έχετε;» έλεγε ο Στάλιν στον Χάρρυ Χόπκινς (σύμβουλο του Ρούσβελτ) το 1942. Ο ίδιος δεν είχε ανάγκη την αστυνομία. Τα ενσωματωμένα στο σοβιετικό κράτος συνδικάτα είχαν ως βασικό καθήκον την παρεμπόδιση των απεργιών. Το ίδιο συνέβαινε σε όλο το βασίλειο της απολυταρχίας: από την Πορτογαλία του Σαλαζάρ και την Ισπανία του Φράνκο ως την Βολιβία του Μπαριέντος και το Πουάντ α Πιτρ της Γουαδελούπης.

Κάτι παρόμοιο, ωστόσο, συμβαίνει και στις πιο ... chic δημοκρατίες της Δύσης. Στην χθεσινή ελληνική δημοκρατία του Σημίτη, να πούμε, ή στη σημερινή του Παπαδήμου: τα συνδικάτα (άλλοτε ΠΑΣΚΕ / άλλοτε ΔΑΚΕ) ενσωματωμένα στα κυβερνητικά καθεστώτα υπονομεύουν, παρεμποδίζουν ή σπάνε τις απεργίες.

Η δύναμη της απεργίας, αυτού του όπλου που ενώνει τους εργαζόμενους πέρα από τα ατομικά τους συμφέροντα, είναι τέτοια που, δίκαια, από τους κρατικούς γραφειοκράτες όλων των εποχών, θεωρείται ύψιστη απειλή κατά της ασφάλειας κάθε κράτους, κάθε καθεστώτος, κάθε κυβέρνησης: απεργούν οι Ρώσοι προλετάριοι το 1917; «Πνίξτε τους στο αίμα!». Απεργούν οι Ούγγροι εργάτες το 1956; Η κυβέρνηση Καντάρ μιλάει για πληρωμένη με δολάρια προδοσία του έθνους! Απεργούν οι μεταλλωρύχοι κασσίτερου στη Βολιβία; Ο δικτάτορας στέλνει επειγόντως τεθωρακισμένο τρένο στον τόπο του εγκλήματος: 40 νεκροί!

Οι κυβερνήσεις, ιδίως οι «δημοκρατικές», φοβούνται τις απεργίες όπως ο διάβολος το λιβάνι. Και προκειμένου να τις ξορκίσουν, ειδικά όταν εκδηλώνονται στο… τσιφλίκι τους (το κράτος, τις δημόσιες υπηρεσίες) τις ονομάζουν «πολιτικές απεργίες». Τότε, «το να επιτρέπουμε (!) να παραλύουν ουσιώδεις για τη ζωή του Έθνους (!) δημόσιες υπηρεσίες στο όνομα του δικαιώματος της απεργίας ισοδυναμεί με το να επιτρέπουμε να δέχεται το κράτος θανάσιμα πλήγματα…».

Τότε, ακόμα και μια δεξιά κυβέρνηση που εκφράζει τα εισοδηματικά «ρετιρέ» και εκλέγεται απ’ αυτά δεν διστάζει να βαφτίσει «ασφαλιστικά ρετιρέ» τα ελάχιστα εναπομείναντα υγιή ασφαλιστικά ταμεία, προκειμένου να συκοφαντήσει τους απεργούς ασφαλισμένους σ’ αυτά, επειδή συμπαρασύρουν σε απεργία τους εργαζόμενους όλων των κοινωνικών ορόφων. Δεν διστάζει να απειλεί ακόμα και με πολιτική επιστράτευση.

Το 1963, διακόσιοι Γάλλοι μεταλλωρύχοι απάντησαν με απεργία διαρκείας στην διαταγή πολιτικής επιστράτευσης που είχε εκδώσει εναντίον τους ο Πομπιντού . Το κύρος του πρωθυπουργού καταρρακώθηκε. Το κράτος του Σαρλ ντε Γκώλ παρέλυσε. Η κυβέρνηση αντιμετώπισε το δίλημμα της συνθηκολόγησης ή της πτώσης. Αντίστοιχο δίλημμα αντιμετώπισε ο Σημίτης με το νομοσχέδιο Γιαννίτση. Και συνθηκολόγησε μεν…, έπεσε δε...

Σήμερα, σε μια εποχή  απόλυτης λεηλασίας των εργασιακών δικαιωμάτων, τα ενσωματωμένα στο πασοκικό – μνημονιακό  κράτος συνδικάτα, κοροϊδεύουν την κοινωνία με άσκοπες μικροαπεργίες έχοντας ως βασικό καθήκον την παρεμπόδιση μιας γενικής απεργίας διαρκείας. Που θα έστελνε τον αχυράνθρωπο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος «πρωθυπουργό» μας και το σάπιο πολιτικό συνονθύλευμα που τον στηρίζει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας…

Νίκος Τσαγκρής

16 Ιανουαρίου 2012

Πάρτο σαν γράμμα απ' τη Ρόζα...




Κάθε φορά που ψαρεύω ένα θεωρητικό αριστερό… απολειφάδι στις όχθες κάποιων «κεντροαριστερών» εφημερίδων, φαντασιώνω τα ανέλπιστα: «Να, λοιπόν, έφτασε η στιγμή που οι αριστεροί αφυπνίζονται, έφτασε ο χρόνος που (επιτέλους!) αναπτύσσονται ιδέες για την κοινωνική αναγέννηση, για την ανασυγκρότηση των σοσιαλιστικών ιδεών και οραμάτων, για τη δημιουργία του νέου, μεταμοντέρνου ουμανισμού»!

Μέχρι που, εντελώς τυχαία, ξαναδιάβασα εκείνο το γράμμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Γραμμένο στις φυλακές Μπρεσλάου, τον Δεκέμβριο του 1917: «Είμαι ξαπλωμένη μόνη και σιωπηλή, τυλιγμένη στις πολλαπλές μαύρες πτυχές του σκότους, της ανίας, της ανελευθερίας και του χειμώνα αλλά η καρδιά μου χτυπά με μιαν απέραντη και ασύλληπτη εσωτερική χαρά, λες και τριγυρίζω σε κάποιο ηλιόλουστο, λουλουδιασμένο λιβάδι…»

Και με προσγείωσε: υποτίθεται ότι η μεγάλη επαναστάτρια είναι κλεισμένη μέσα σ’ ένα γερμανικό μπουντρούμι, βιώνοντας έναν ακόμα βασανισμό για τις ανατρεπτικές, τότε, ιδέες της. Και, παρ’ όλα αυτά, βιώνει τη φυλακή σαν ένα ιδανικό τοπίο ελευθερίας!

Τι έχουμε εδώ; Τίποτα ιδιαίτερο. Είναι ένα βίωμα γνωστό στους Έλληνες κομμουνιστές, όμως τόσο ξεχασμένο… Και όταν το ξαναθυμόμαστε μας ξαφνιάζει: μια ιδεολογία, μια πίστη, που στην κοινωνία διώκεται ανελέητα, ενώ στη φυλακή ανθίζει, ελευθερώνεται. Και ο φορέας αυτών των ιδεών, αυτής της πίστης, νιώθει πρωτόγνωρα ελεύθερος όντας στη φυλακή. Απελευθερωμένος από μια σκλαβωμένη ζωή κι έναν σκλαβωμένο θάνατο!

Ο θάνατος που, πράγματι, δεν ήταν φυσικός για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, αφού δολοφονήθηκε από δυνάμεις της γερμανικής Δεξιάς στις 15 Ιανουαρίου του 1919…

Ωστόσο, οι ιδέες της επέζησαν «ελεύθερες», ακόμα και μετά τον θάνατό της. Και άνθισαν. Κι ακόμα δύνανται ν’ ανθίσουν. Πράγμα, όμως, αδύνατον στους τωρινούς καιρούς. Καθώς, ιδέες σαν της Ρόζας Λούξεμπουργκ, εν γένει οι ιδέες του σοσιαλισμού, καταναλώθηκαν, χωνεύτηκαν, έγιναν περιττώματα από «σώματα» εξουσιών και κυβερνήσεων μόνο κατ’ όνομα «σοσιαλιστικών». Κι εμείς, οι εναπομείναντες, «ρετάλια της αριστεράς» κατά τους βολεμένους εξουσιαστές της… «κεντροαριστεράς», να αλιεύουμε αριστερά απολειφάδια στις όχθες περιοδικών κι εφημερίδων.

Νίκος Τσαγκρής, 1999 (Από χρονογράφημα δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ)

2 Ιανουαρίου 2012

Οι παράνομοι των Αθηνών…





Άρχισαν τα δύσκολα. Τα συνηθισμένα δηλαδή. Σήμερα, για να μπεις στο κέντρο της πόλης, έπρεπε να βλαστημήσεις. Τις συνηθισμένες βλαστήμιες. Και να παίξεις το παιχνίδι των παράνομων παρακάμψεων. Το συνηθισμένο παιχνίδι.
—Ρε φίλε, λάθος πας, δεν πάει από 'δω, θα σκοτωθούμε, μου λέει ένας μηχανάκιας.
—Και πού ξέρεις ότι δεν πας εσύ ανάποδα, του λέω.
—Πάει στοίχημα; μου λέει.
—Πάει, του λέω.
Κατεβαίνουμε, πάμε στην αρχή του μικρού δρόμου, απαγορευτικό σήμα. Πάμε στο τέλος του δρόμου, άλλο απαγορευτικό σήμα. Σκάμε στα γέλια, δίνουμε τα χέρια με... απόγνωση και φεύγουμε, ο καθένας στη δουλειά του. Παράνομοι και οι δύο...


********************
Καλά, τα συνηθισμένα. Έτσι και αποφασίσεις να κατέβεις κέντρο, πρέπει να είσαι μυημένος στην παρανομία, διαφορετικά...
Διαφορετικά, μπορείς να ξοδέψεις δύο και τρεις ολόκληρες εργατοώρες για να πληρώσεις ένα γραμμάτιο, να πούμε, σε κεντρικό κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας. Πάλι να πούμε...
Τι να πούμε δηλαδή, που αυτό ακριβώς συνέβη. Και όχι μόνο αυτό. Πληρώνεις το γραμμάτιο, μένεις πανί με πανί και κατευθύνεσαι στο μηχάνημα να πάρεις κάνα ψιλό να κινηθείς. Ουρά! Μια τεράστια ουρά και στο Βάθος το... μηχάνημα.
—Τι έγινε, ρε παιδιά, μήπως κάνανε λάθος οι νεόπτωχοι και νομίζουν ότι το μηχάνημα βγάζει κουπόνια για τα συσσίτια του… Καμίνη;
—Έχει βλάβη...
—Και τι περιμένουμε...
Μπαίνω μέσα και πλησιάζω ένα τραπεζικό στέλεχος.
—Τι γίνεται με το μηχάνημα;
—Δυστυχώς, κύριε, έχει πέσει το κεντρικό δίκτυο και επηρεάζονται όλα τα υποκαταστήματα.
—Και τι κάνουμε τώρα;
—Προσπαθούμε να το διορθώσουμε, κύριε, περιμένετε...
Δεν περιμένω, φεύγω βλαστημώντας. Μέσα μου. Τις συνηθισμένες βλαστήμιες...


********************
Το κακό είναι ότι η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Πάω να πάρω το αμάξι για να βγω απ' το κέντρο, να γλιτώσω, και βλέπω στο παρμπρίζ φαρδιά – πλατιά την κλήση. Και την εντεταλμένη αστυνομικίνα βλέπω να κόβει αβέρτα χαρτάκια και να τα κολλάει στο τζάμι.
—Πόσο πάει; της λέω.
Πιάνει τον προκλητικό υπαινιγμό και εκνευρίζεται:
—Είστε παράνομος κύριε, και εγώ κάνω τη δουλειά μου, σας έγραψα...
Κι εγώ τη δουλειά μου έκανα: Πήρα την κλήση και την... έσκισα. Ύστερα μπήκα στο αμάξι και πάτησα γκάζι βλαστημώντας. Τις συνηθισμένες Βλαστήμιες. Για την Αθήνα, το κέντρο, τον δήμαρχο, το σύστημα, την άτιμη κοινωνία,..

29 Δεκεμβρίου 2011

Νέα καπνογόνα διαφθοράς


Νάτη πάλι η διαφθορά σε πρώτο πλάνο. Με τον ανόσιο Εφραίμ και τους οσίους εισαγγελείς να σκεπάζουν, με επικοινωνιακά καπνογόνα, την οριστική σφαγή της ελληνικής μεσαίας τάξης. Που ολοκληρώνει οσονούπω ο Χαλίφης - στη θέση του Χαλίφη ΓΑΠ - Παπαδήμιος ο Τραπεζίτης. 

Ναι, η διαφθορά είναι αγαπημένο θέμα. Ειδικά όταν εκδηλώνεται σε αντικρινές όχθες, όταν προσωποποιείται σε διακεκριμένους αντιπάλους, όταν πλήττει διασημότητες της πεντάρας. Τότε η αδρεναλίνη ανεβαίνει, η έξαψη κορυφώνεται. Μα και όταν δεν εκδηλώνεται, όταν δεν προσωποποιείται, η διαφθορά παραμένει αγαπημένο θέμα: τρέφεται με φήμες στα καφέ του Κολωνακίου, με «εμπιστευτικές πληροφορίες» στα δημοσιογραφικά γραφεία, με σχόλια και αναθέματα στις οικογενειακές συγκεντρώσεις.

Ακολούθως, η διαφθορά ξαναγίνεται μια γνώριμη και έξυπνη αμαρτία που φωλιάζει μέσα μας, έτοιμη να ξεμυτίσει στην πρώτη ευκαιρία: στην κοινωνία του χρήματος, ένας άνθρωπος θεωρείται τελείως ανόητος αν δεν κλέβει. Αυτή η στάση εικονογραφείται θαυμάσια από τον ετήσιο εθνικό διαγωνισμό για το ποιός θα εξαπατήσει περισσότερο την Ψωροκώσταινα σε απόκρυψη φόρων. Για να τους βάλει στην τσέπη…

«Θα ήταν ηλίθιος αν δεν τα ‘παιρνε!..» Είναι μια φράση που ακούγονταν όλο και πιο συχνά στη μικρή μας χώρα. Ακόμα και από κορυφαίους πολιτικούς παράγοντες, ακόμα και για μιζαδόρους της πολιτικής τύπου Siemens, Ferrostaal και Βατοπεδίου. Είναι η φράση που τοποθετεί την κοινωνική ηθική στον πάτο των εθνικών μας, να πούμε, αρετών και την πολιτική ηθική κάτω απ’ τον πάτο των αντίστοιχων πολιτικών. Μια φράση που οριοθετεί την χώρα μας ως διεφθαρμένη χώρα…

Μας συνέβη, όπως συνέβη πριν από πολλά χρόνια στις ΗΠΑ. Να πως το περιέγραφε (1951) ο αμερικανός κοινωνιολόγος, καθηγητής του Κολούμπια και συγγραφέας του « Μίντλ-Τάουν» Ρόμπερτ Σ. Λύντ: «Σήμερα οι ελέφαντες (σ.σ: εννοεί τα νέα οικονομικά τζάκια), ημιεξημερωμένοι και απατεώνες, έχουν αναπτυχθεί και… ευημερούν πολυτελώς μέσα στα πράσινα βοσκοτόπια ισχύος που άφησε ελεύθερα η δημοκρατία. Σήμερα εμείς, σαν έθνος, η Γερουσία μας, τα ιδρύματά μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις μυστικές δυνάμεις– που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις, οργανωμένα επαγγέλματα, οργανωμένη εργασία, οργανωμένος πατριωτισμός και οργανωμένη θρησκεία. Με αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας κοινωνίας εκβιασμού, που δίνει το παράδειγμα σε κάθε άνθρωπο να επιδιώκει να αρπάζει ό, τι μπορεί για τον εαυτό του…»…

Λοιπόν, σήμερα κι εμείς ως έθνος, η Βουλή μας, οι πολιτικοί ηγέτες μας, οι βουλευτές μας, οι δικαστικοί μας, οι δημοσιογράφοι μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις «μυστικές δυνάμεις που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις», κεντρικές τράπεζες, πολυεθνικές, καρτέλ, μονοπώλια. Κάνουμε τα στραβά μάτια στις παρανομίες τους, με την «απουσία» μας διευκολύνουμε τα ασύδοτα deal τους. Ούτως ή άλλως, είμαστε μέρη αυτής της τάξεως πραγμάτων, μέλη της «κοινωνίας του εκβιασμού» που οι ίδιοι δημιουργήσαμε ή ανεχτήκαμε. Και, άμα λάχει, όταν μας τα δίνουν, τα παίρνουμε˙ αφού… «θα ήμασταν ηλίθιοι αν δεν τα παίρναμε»!..

Μην ακούτε τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους υποκριτές: Το χρήμα μπορούσε πάντα να διατάζει τις εξουσίες. Και τις τέσσερις εξουσίες: Νομοθετική, Εκτελεστική, Δικαστική και Δημοσιογραφική. Και το έκανε. Απλά, στις μέρες μας τό ‘χει παρακάνει…

Νίκος Τσαγκρής (Άρθρο δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ)

25 Νοεμβρίου 2011

Η Ανάγνωση ως... διαστροφή




Υποτίθεται πως είμαι δημοσιογράφος. Αν, ωστόσο, με ρωτούσε κάποιος – σοβαρά μιλάμε – να του πω τι ακριβώς είμαι, θα του απαντούσα «αναγνώστης». Αφού, από τότε που έμαθα γραφή και ανάγνωση, άρχισα να διαβάζω μανιωδώς ό,τι τυπωμένο έβρισκα γύρω μου. Αδιακρίτως, ενστικτωδώς, όπως τρώμε: δοκίμαζα το «φαγητό» και αν ήταν νόστιμο το έτρωγα, αν ήταν άνοστο το πετούσα. Και έψαχνα χωρίς χρονοτριβή το επόμενο «πιάτο»...

Είμαι, ήδη, αναγνώστης 50 ετών, αλλά αισθάνομαι αχόρταγος, όπως τότε που έκανα κοπάνες απ' το γυμνάσιο και τρύπωνα στις βιβλιοθήκες, να βρω κάτι νόστιμο να διαβάσω. Τώρα πια μπορώ να ομολογήσω ότι η ανάγνωση είναι το πάθος μου, η μικρή μου διαστροφή: μια συνουσία μυστική με κορμιά – κείμενα σε ατελείωτες χάρτινες σελίδες˙ με την ολοκλήρωση να μην έρχεται ποτέ!...

Γράφω αυτό το κείμενο στο «καφέ» ενός μεγάλου βιβλιοπωλείου της Αθήνας, με μια τσάντα, φίσκα από τυπωμένα αντικείμενα του πόθου μου, κάτω απ’ το τραπέζι. Λίγο πριν, περιδιαβάζοντας στους πάγκους, με χιλιάδες βιβλία απλωμένα γύρω, έμενα έκθαμβος σαν... Θέμος Αναστασιάδης μπρος στις ημιτσίτσιδες μοντέλες που κοσμούν τις εκπομπές του!..

Όταν γράφω ως δημοσιογράφος – μια και κάποτε, εντελώς τυχαία, απέκτησα αυτήν την ιδιότητα – προσπαθώ να γράφω σαν συγγραφέας περισσότερο, παρά σαν δημοσιογράφος. Ελπίζω ότι αυτό δεν είναι ψώνιο, κεκτημένο απ' τη βασική μου ιδιότητα, του αναγνώστη λογοτεχνίας, αλλά αντανακλαστική, αμυντική, κίνηση επιβίωσης στον παρακμάζοντα χώρο της ανάγνωσης.

Ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Χ. Τζ. Γουέλς προφήτευε την κατάργηση της ανάγνωσης και την αντικατάστασή της απ' την τηλεόραση και το βίντεο. Προέβλεπε, μάλιστα, ότι η προφορική γλώσσα θα εκφυλιζόταν σε ημιάναρθρους γρυλισμούς, τουλάχιστον για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Ευτυχώς, προς το παρόν τουλάχιστον, ο... μελλοντολόγος επιβεβαιώνεται μόνο ως προς το δεύτερο. Αφού, ιδιαίτερα ο τηλεοπτικός λόγος, τείνει να εκφυλιστεί σε ημιάναρθρους γρυλισμούς.

Ευτυχώς ο γραπτός λόγος αντέχει, ακόμα και ως ρεπορτάζ, στις σελίδες των εφημερίδων. Ωστόσο καθώς ο «πολιτισμός της ανάγνωσης» πλήττεται βάναυσα από τον «πολιτισμό της εικόνας», τα ευγενή μέταλλα αισθητικής και κουλτούρας που, ανά τους αιώνες, προήγαγε ο γραπτός λόγος, μεταλλάσσονται, σκουριάζουν, ατροφούν. Ενώ οι αναγνώστες, εμείς οι αδιόρθωτοι αναγνώστες, είμαστε ήδη μία... δακτυλοδεικτούμενη μειονότητα...

Νίκος Τσαγκρής (χρονογράφημα δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ και στο περιοδικό ΓΑΛΕΡΑ)

14 Νοεμβρίου 2011

Εθνικοσοσιαλιστική κυβέρνηση!


Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΟΥΣΗ Καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου grousis@ath.forthnet.gr
Πρώτη φορά δεν επιτρέπεται να παραχωρηθεί ούτε λεπτό ανοχής απέναντι στη νέα κυβέρνηση, όχι μόνον από τους πολιτικοποιημένους αριστερούς πολίτες, αλλά ακόμη από κάθε στοιχειωδώς ορθολογικά σκεπτόμενο άνθρωπο ο οποίος έχει υποστεί τις συνέπειες της πολιτικής που αυτή η κυβέρνηση θα συνεχίσει και θα εντείνει.
Ετσι λοιπόν η σύνθεση της νέας κυβέρνησης μικρή σημασία έχει για το μέλλον του λαού μας. Αυτός θα είναι στο ίδιο έργο θεατής. Και αυτό θα συμβεί διότι αυτή η κυβέρνηση:


*Είναι προϊόν της ξεδιάντροπης, εκβιαστικής, κατοχικού τύπου, επέμβασης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου για συναίνεση στην κορυφή, έτσι ώστε αυτή να μπορέσει, όσο γίνεται, να αντισταθμίσει τη δεδομένη απώλεια κοινωνικής συναίνεσης από τη βάση. Αυτό είναι αναγκαίο για να συνεχιστεί, όσο πιο απρόσκοπτα για τους κυρίαρχους, η βάρβαρη αντιλαϊκή πολιτική.


*Η ιδέα του σχηματισμού της υιοθετήθηκε και στηρίχθηκε με πάθος από τους ιδεολογικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης και με λιγότερη ή περισσότερη θέρμη από τις συνιστώσες του μπλοκ αστικής εξουσίας, δηλαδή από το κατέχον το πρώτο βραβείο νεοφιλελευθερισμού ΠΑΣΟΚ, το προς στιγμήν «δεν σε παίζω με την μπάλα μου» κυβερνητικό εξαπτέρυγο ΛΑΟΣ, τη δήθεν αντιμνημονιακή Ν.Δ., τη δήθεν ταγμένη στη συναίνεση, για να επιβιώσει πολιτικά, «Δημοκρατική Συμμαχία», και πιο χαλαρά από τους Πασόκους με πολιτικά της αστικοθεσμολάγνου «Δημοκρατικής Αριστεράς».


*Είναι προϊόν της σχετικής αυτοτέλειας των πολιτικών του συστήματος, οι οποίοι ναι μεν είναι υπηρέτες της αστική τάξης, από την άλλη όμως προσπαθούν να διαφυλάξουν και τα προσωπικά τους ιδιοτελή συμφέροντα, λειτουργώντας όπως γράφει ο Νίτσε σαν «ειδωλολάτρες» του εξουσιαστικού θρόνου, ή «αναρριχητικοί και ακόλαστοι» πίθηκοι.


Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα τόσο από τη εμμονή του Γιώργου Παπανδρέου να παραμένει γαντζωμένος με νύχια και με δόντια στην εξουσία όσο και από την άρνηση του Αντώνη Σαμαρά να υποστεί τη φθορά της πριν καν τη γευτεί.


*Είναι βέβαιο ότι θα διέπεται από τη μονοδιάστατη δογματική σκέψη με βάση την οποία το καλό των λαών ταυτίζεται με τα συμφέροντα του κεφαλαίου και των νόμιμων ή παράνομων τοκογλύφων, και με βάση την οποία δεν έχουμε άλλη λύση παρά την υποταγή στα κελεύσματα των δυναστών μας.


*Είναι επίσης βέβαιο ότι πρώτη φορά θα τηρήσει τις υποσχέσεις της, μια και αυτές δεν τις έδωσε στον λαό, αλλά στους δυνάστες του. Με βάση αυτές θα συνεχίσει την πολιτική της πολύπλευρης έντασης της εκμετάλλευσης του λαού, του ξεπουλήματος της χώρας, της έντασης της εξάρτησης και του αυταρχισμού. Εξ ου και δεν θα είναι κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» αλλά κυβέρνηση λαϊκής καταστροφής .


*Είναι βαθιά αντιδημοκρατική, όχι μόνον διότι συγκροτήθηκε κατ' απαίτησιν ξένων κέντρων, όχι μόνον διότι αποτελεί προϊόν παρασκηνιακών παζαριών πίσω από την πλάτη του λαού, και όχι προϊόν λαϊκής εντολής, όχι μόνον διότι θα εφαρμόσει και θα δεσμεύσει τον λαό μας για δεκαετίες με μια συμφωνία με την οποία διαφωνεί στη συντριπτική του πλειοψηφία, όχι μόνον διότι ο έχων τον πρώτο λόγο σε αυτήν είναι παντελώς άγνωστος και ουδέποτε κριθείς από τον λαό, ενώ αντίθετα είναι γνωστός και ευμενώς αποδεκτός από τους διεθνείς τοκογλύφους, μια και ως τραπεζίτης ανήκει στη φάρα τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι μέλος του λόμπι Trilateral Commission (τριμερής επιτροπή), ενός οργανισμού που έφτιαξαν τη δεκαετία του '70 εκπρόσωποι πολυεθνικών εταιρειών και που έχει ρητό στόχο τον περιορισμό των δημοκρατικών κατακτήσεων των λαών και την αύξηση της εξουσίας αυτών των εταιρειών (1).


*Τέλος, είναι βαθιά αντιδημοκρατική, διότι σε αυτήν θα συμμετέχει, στο πλαίσιο της ανοιχτής πια εθνικοσοσιαλιστικής συμμαχίας, και η φύσει αντιδημοκρατική ακροδεξιά, και μάλιστα με εκπρόσωπό της, μεταξύ άλλων, τον Μάκη Βορίδη, τον τσεκουροφόρο τέως πρόεδρο της ΕΠΕΝ, κόμματος που ίδρυσε ο δικτάτορας Παπαδόπουλος!


Στην πραγματικότητα είχαμε από την άποψη της πολιτικής που πρόκειται να εφαρμοστεί πολύ κακό για το τίποτα. Με άλλα λόγια «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν».


Αλλά ακόμη και ο τρόπος που το λαϊκό ένστικτο αντιμετώπισε την καθυστέρηση της συγκρότησης αυτής της κυβέρνησης είναι ενδεικτικός του χαρακτήρα της. Οι απλοί άνθρωποι, σε αντίθεση με την αγωνία των κατακτητών και των ντόπιων παπαγάλων τους, όχι μόνον δεν αγωνιούσαν, αλλά διασκέδαζαν με το σίριαλ αυτής της καθυστέρησης. Και διασκέδαζαν διότι αυτή:


*Γελοιοποιούσε το φθαρμένο στη λαϊκή συνείδηση κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.


*Αποκάλυπτε το πραγματικό ποιόν των πολιτικών των αστικών κομμάτων.


*Εκνεύριζε τους απεχθείς καταχτητές μας.


*Τάραζε τις μισητές αγορές.


*Εστω και για λίγες μέρες διακόπηκαν οι ανακοινώσεις λήψης αντιλαϊκών μέτρων.


Τώρα που η νέα κυβέρνηση είναι πραγματικότητα, η γνήσια δηλαδή αντι-Ε.Ε. αριστερά επιβάλλεται, δίχως την παραμικρή χρονοτριβή, να στραφεί, αν όχι άμεσα μετωπικά, τουλάχιστον συντονισμένα εναντίον της, εναντίον του μπλοκ εξουσίας που τη στηρίζει εναντίον των ξένων αφεντικών της.


ΥΓ.: Να υποθέσω ότι στην επέτειο του Πολυτεχνείου, για να το τιμήσει εκ μέρους της κυβέρνησης, θα καταθέσει στεφάνι ο Μάκης Βορίδης;


(1) Βλέπε άρθρο του Γ. Βασάλου στο gttp://www.aristerovima.gr


10 Νοεμβρίου 2011

Κάτι χρωστάει ο Παπαδήμος



"Δεν είμαι πολιτικός", έσπευσε να δηλώσει ο νέος πρωθυπουργός της χώρας Λουκάς Παπαδήμος, αμέσως μόλις έλαβε την εντολή σχηματισμού της κυβέρνησης, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Αλλά, ένας βουλευτής, ένας υπουργός, ακόμα κι ένα εξωκοινοβουλευτικό στέλεχος ενταγμένο σε κορυφαίες λειτουργίες ενός κομματικού μηχανισμού, εξ ορισμού είναι πολιτικός. Πολλώ μάλλον, ένας πρωθυπουργός!
Από το μεσημέρι της Πέμπτης 10 Νοεμβρίου 2011 ο κ. Παπαδήμος, θέλει -δεν θέλει, είναι και πολιτικός. Και ως πολιτικός (και μάλιστα ανωτάτου επιπέδου) οφείλει να τηρεί στο έπακρο τις υποχρεώσεις του.
Μία από αυτές είναι ασφαλώς και το να δίνει εξηγήσεις. Για όσα πράττει, αλλά και για όσα έχει πράξει, ως παράγων του δημόσιου βίου, κατά το παρελθόν.


Για παράδειγμα:
► Ως διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, το 1999-2001, αν είχε αντιληφθεί τί συνέβαινε στο χρηματιστήριο.
► Ποιά ήταν η συμβολή του στην ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη, κάτι που έχει διαφανεί ότι ήταν αποτέλεσμα "δημιουργικής λογιστικής" και που ο Γάλλος Πρόεδρος Σαρκοζί αποκάλεσε "λάθος".
► Τί ακριβώς συνέβη με την Goldman Sachs, σε σχέση πάντα με την είσοδο της χώρας στην ευρωζώνη.
► Αν εξακολουθεί να πιστεύει ότι η αναδιάρθρωση του χρέους (το λεγόμενο κούρεμα) επιφέρει "πολύ μικρότερα οικονομικά οφέλη, από ό,τι συχνά προβλέπεται" και ότι αυτή "η διαδικασία συνεπάγεται σημαντικούς κινδύνους για την Ελλάδα και την ευρωζώνη", όπως ο ίδιος έγραφε, μόλις πριν από δυόμισι εβδομάδες.
Δεν θα μπορέσει να αποφύγει αυτού του είδους τις εξηγήσεις ο κ. Παπαδήμος. Ακόμα και αν τις παρακάμψει, πολιτική θα είναι η στάση του. Και ως τέτοια, θα εκτιμηθεί. Δεόντως...


Κ.Ξ.(Ελευθεροτυπία)

25 Οκτωβρίου 2011

Μια σφαίρα στον θώρακα


Εντελώς τυχαία, σε μια περιστασιακή επέμβαση, οι γιατροί
βρήκαν στον θώρακα 86χρονου μια σφαίρα που είχε ξεμείνει εκεί από τότε που πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο. Η είδηση έκανε θραύση. Η εχθρική σφαίρα πήρε μια περίοπτη θέση στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και προκάλεσε μιαν απρόβλεπτη συγκίνηση στο πατριωτικά αδρανές ελληνικό σύμπαν του 21ου αιώνα…

Φαντάστηκα τους αποδέκτες της είδησης να αισθάνονται μια βαθιά τρυφερότητα για τον 86χρονο και να φαντασιώνουν, εμπρός στην εικόνα της μπρούτζινης σφαίρας, εικόνες από το αλβανικό μέτωπο: Τα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, τους Έλληνες φαντάρους να σέρνουν τα πόδια τους τραβώντας τα μουλάρια με τα εφόδια, τις μάχες στα χαρακώματα, την ιταλική σφαίρα να καρφώνεται στο στήθος του Έλληνα φαντάρου. Που τώρα είναι 86 χρόνων. Και οι γιατροί βρήκαν μετά από 48 χρόνια την ιταλική σφαίρα στον θώρακά του.

Όμως, όλοι ξέρουμε τι συνέβη στo Αλβανικό μέτωπο. Γιατί λοιπόν τόση συγκίνηση, τόσες πληγές ν’ ανοίγουν πάλι, ξαφνικά, στη θέα μιας σφαίρας που ταξίδεψε στο χρόνο, από το '40 έως το '98, κρυμμένη στο θώρακα ενός συμπατριώτη μας;

«Οι μεγαλύτερες πληγές προέρχονται απ’ αυτό που βλέπεις παρά απ' αυτό που ξέρεις» έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ: μέσα από την σφαίρα που βγήκε από τον θώρακα του 86χρονου, απελευθερώθηκαν εικόνες που συγκινούν και πληγώνουν, οι εικόνες του Αλβανικού μετώπου. Ιστορίες που τις ξέραμε μεν, αλλά η εχθρική σφαίρα που βγήκε από τον θώρακα του πολεμιστή 48 χρόνια μετά, μας έκανε να τις ξαναδούμε εικονογραφημένες, σαν μέσα από μια κλειδαρότρυπα.

Η εικόνα είναι ανίκητη, έχει πάντα την τελευταία λέξη: Καμιά γνώση δεν μπορεί να της αντισταθεί, να τη διευθετήσει, να την εκλεπτύνει...

Ο Ρολάν Μπαρτ είναι ακαταμάχητος όταν μιλάει για την εικόνα: η εικόνα αποτέμνεται. Είναι καθαρή και ξάστερη σαν γράμμα. Ακριβής, πλήρης, επιτηδευμένη, οριστική, δεν μου αφήνει καμιά θέση. Είμαι αποκλεισμένος από την εικόνα όπως κι από την αρχέγονη σκηνή. Που, ίσως, και αυτή να μην υπάρχει παρά μόνο στο βαθμό που αποτέμνεται απ' το περίγραμμα της κλειδαρότρυπας...

Η εικόνα της μπρούτζινης σφαίρας, καθώς βγήκε (40 χρόνια μετά!) από τον θώρακα του 86χρονου έγινε μια εικόνα ακριβής, πλήρης, επιτηδευμένη. Μια εικόνα οριστική για μια στιγμή της ιστορίας μας και του ρόλου των συμπατριωτών μας σ' αυτήν. Μια εικόνα που πληγώνει και συγκινεί…

Νίκος Τσαγκρής, 1998 ( χρονογράφημα δημοσιευμένο στο ΕΘΝΟΣ)