29 Δεκεμβρίου 2011

Νέα καπνογόνα διαφθοράς


Νάτη πάλι η διαφθορά σε πρώτο πλάνο. Με τον ανόσιο Εφραίμ και τους οσίους εισαγγελείς να σκεπάζουν, με επικοινωνιακά καπνογόνα, την οριστική σφαγή της ελληνικής μεσαίας τάξης. Που ολοκληρώνει οσονούπω ο Χαλίφης - στη θέση του Χαλίφη ΓΑΠ - Παπαδήμιος ο Τραπεζίτης. 

Ναι, η διαφθορά είναι αγαπημένο θέμα. Ειδικά όταν εκδηλώνεται σε αντικρινές όχθες, όταν προσωποποιείται σε διακεκριμένους αντιπάλους, όταν πλήττει διασημότητες της πεντάρας. Τότε η αδρεναλίνη ανεβαίνει, η έξαψη κορυφώνεται. Μα και όταν δεν εκδηλώνεται, όταν δεν προσωποποιείται, η διαφθορά παραμένει αγαπημένο θέμα: τρέφεται με φήμες στα καφέ του Κολωνακίου, με «εμπιστευτικές πληροφορίες» στα δημοσιογραφικά γραφεία, με σχόλια και αναθέματα στις οικογενειακές συγκεντρώσεις.

Ακολούθως, η διαφθορά ξαναγίνεται μια γνώριμη και έξυπνη αμαρτία που φωλιάζει μέσα μας, έτοιμη να ξεμυτίσει στην πρώτη ευκαιρία: στην κοινωνία του χρήματος, ένας άνθρωπος θεωρείται τελείως ανόητος αν δεν κλέβει. Αυτή η στάση εικονογραφείται θαυμάσια από τον ετήσιο εθνικό διαγωνισμό για το ποιός θα εξαπατήσει περισσότερο την Ψωροκώσταινα σε απόκρυψη φόρων. Για να τους βάλει στην τσέπη…

«Θα ήταν ηλίθιος αν δεν τα ‘παιρνε!..» Είναι μια φράση που ακούγονταν όλο και πιο συχνά στη μικρή μας χώρα. Ακόμα και από κορυφαίους πολιτικούς παράγοντες, ακόμα και για μιζαδόρους της πολιτικής τύπου Siemens, Ferrostaal και Βατοπεδίου. Είναι η φράση που τοποθετεί την κοινωνική ηθική στον πάτο των εθνικών μας, να πούμε, αρετών και την πολιτική ηθική κάτω απ’ τον πάτο των αντίστοιχων πολιτικών. Μια φράση που οριοθετεί την χώρα μας ως διεφθαρμένη χώρα…

Μας συνέβη, όπως συνέβη πριν από πολλά χρόνια στις ΗΠΑ. Να πως το περιέγραφε (1951) ο αμερικανός κοινωνιολόγος, καθηγητής του Κολούμπια και συγγραφέας του « Μίντλ-Τάουν» Ρόμπερτ Σ. Λύντ: «Σήμερα οι ελέφαντες (σ.σ: εννοεί τα νέα οικονομικά τζάκια), ημιεξημερωμένοι και απατεώνες, έχουν αναπτυχθεί και… ευημερούν πολυτελώς μέσα στα πράσινα βοσκοτόπια ισχύος που άφησε ελεύθερα η δημοκρατία. Σήμερα εμείς, σαν έθνος, η Γερουσία μας, τα ιδρύματά μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις μυστικές δυνάμεις– που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις, οργανωμένα επαγγέλματα, οργανωμένη εργασία, οργανωμένος πατριωτισμός και οργανωμένη θρησκεία. Με αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας κοινωνίας εκβιασμού, που δίνει το παράδειγμα σε κάθε άνθρωπο να επιδιώκει να αρπάζει ό, τι μπορεί για τον εαυτό του…»…

Λοιπόν, σήμερα κι εμείς ως έθνος, η Βουλή μας, οι πολιτικοί ηγέτες μας, οι βουλευτές μας, οι δικαστικοί μας, οι δημοσιογράφοι μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις «μυστικές δυνάμεις που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις», κεντρικές τράπεζες, πολυεθνικές, καρτέλ, μονοπώλια. Κάνουμε τα στραβά μάτια στις παρανομίες τους, με την «απουσία» μας διευκολύνουμε τα ασύδοτα deal τους. Ούτως ή άλλως, είμαστε μέρη αυτής της τάξεως πραγμάτων, μέλη της «κοινωνίας του εκβιασμού» που οι ίδιοι δημιουργήσαμε ή ανεχτήκαμε. Και, άμα λάχει, όταν μας τα δίνουν, τα παίρνουμε˙ αφού… «θα ήμασταν ηλίθιοι αν δεν τα παίρναμε»!..

Μην ακούτε τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους υποκριτές: Το χρήμα μπορούσε πάντα να διατάζει τις εξουσίες. Και τις τέσσερις εξουσίες: Νομοθετική, Εκτελεστική, Δικαστική και Δημοσιογραφική. Και το έκανε. Απλά, στις μέρες μας τό ‘χει παρακάνει…

Νίκος Τσαγκρής (Άρθρο δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ)